Παρασκευή, 15 Μαΐου 2020 16:57

Αναμνήσεις Νικολάου Καράμπελα. Ενότητα 5η:Εσωτερική μετανάστευση

 Ο Νίκος Καράμπελας με το πρώτο του φορτηγό στα 1970 Ο Νίκος Καράμπελας με το πρώτο του φορτηγό στα 1970

Γράφει ο Ανδρέας Νικ. Καράμπελας

Όταν απολύθηκα από φαντάρος και έφευγα από τον σταθμό, τα παιδιά (ε)φώναζαν: «Στο καλό Καράμπελα...» Όταν απομακρύνθηκα αρκετά, οι φαντάροι έριχναν με το πολυβόλο. «-Στο καλό, καλό παιδί.» «-Τσάο αμίκο Έντζο...» «-Τσάο» μου (ε)φώναζε ο Ιταλός «Μπόνα φορτούνα! Καλή τύχη Καραμπελάκιο!» Τα μάτια μου δάκρυσαν... Ποιος ξέρει την τύχη μου... Ήλθα στην Αθήνα στην Πλατεία Ρηγίλλης και (ε)παράδωσα τον οπλισμό μου κ.τ.λ.

Ευτυχώς υπήρχε η αδελφή μου η Ευγενία, ας είναι ελαφρό το χώμα της Αττικής που την (ε)σκέπασε... Μου έδωσε ένα κοστούμι του άνδρα της και παπούτσια που δεν τα (ε)φορούσε και για καλή μου τύχη, μου πήγαιναν λες και τα είχα παραγγελία. Μου είχε βρει και δουλειά στο εργοστάσιο του Νησιώτη που έβγαζε μαχαιροπίρουνα στον Περισσό Νέας Ιωνίας. Το βράδυ έμενα στο σπίτι της Κυρρήστου 9 Πλάκα. Κάθισα ένα χρόνο εκεί...

Μετά έβγαλαν ένα φορτηγό αυτοκίνητο και με προσέλαβαν βοηθό. Κάθισα και εκεί δύο χρόνια. Ο οδηγός του φορτηγού ονομαζόταν Μάσβουλας Παναγιώτης, ένας πολύ καλός κύριος. Σιγά-σιγά (ε)βοήθαγα όσο μπορούσα. Βλέπεις ήμουν άψητος. Θυμάμαι έπαιρνε τα κιβώτια στην πλάτη του, εκατό κιλά το καθένα. Εγώ δεν είχα ιδέα από αυτοκίνητο. Όταν ένα βράδυ είχε το αυτοκίνητο στην οδό Ερμού μου είπε να πάω να φυλάω μέσα. «-Έχει και ραδιόφωνο να ακούς.» Το είχε κρυμμένο στο ντουλαπάκι μην το κλέψει κανείς. Είδα το κοντέρ του αυτοκινήτου και (ε)νόμιζα ότι ήσαν σταθμοί 10-20-30-40... Τόσο ανίδεος ήμουν...

Εργαζόμουν ως βοηθός του Μάσβουλα. Χωροφύλακα τον αποκαλούσαν, γιατί είχε κάνει και στην αστυνομία. Έμενα στη Δραπετσώνα σε ένα δωμάτιο, εγώ με τον εξάδελφό μου τον Ντίνο και τον Βασίλη Ηλιόπουλο –πέθανε, Θεος σχωρέστονε. Στο άνω καμαράκι έμενε ο Ηλίας ο Σταθούλιας. Εκεί, κάθε βράδυ δεν μας έλειπαν ο Πάνος ο Μαντάς, ο Μήτσος ο αδερφός μου, ο Βασίλης ο Τσούσης. Κάθε δεύτερο Σάββατο βράδυ κάναμε πάρτυ. Μαζευόσαντε όλοι οι χωριανοί και οι χωριανές μας.

Σιγά-σιγά εγώ ξύπναγα στη δουλειά. Μπήκα συνεταίρος στο αυτοκίνητο, αφού αγοράσαμε και δεύτερο αυτοκίνητο. Σιγά-σιγά και με τα τυχερά μου έκανα ολόκληρο αυτοκίνητο. Δουλέψαμε με τον Χωροφύλακα τρία χρόνια.

Μετά μετακομίσαμε στην Αθήνα. Εγώ, ο Μήτσος, ο Μιχάλης, ο Τάκης ο Κατσέπας και ο Γεράσιμος. Ήταν μια καλή γειτονιά, στου Μακρυγιάννη, στην οδό Καρυάτιδων. Και εκεί δεν μας έλειπαν οι χοροί. Περισσότεροι από τη Δραπετσώνα! Ήταν μια ζωή που θα μου μείνει αξέχαστη. Δίπλα μας έμεναν τρεις κοπέλες. Η Νίκη, η Καίτη και η Πόπη. Κάθε βράδυ πηγαίναμε στο Ηρώδειο και βλέπαμε τραγωδίες. Ήταν μια χωριανή μας που δούλευε εκεί. Την έλεγαν Βάσω Κυριαζή. Ας είναι συχωρεμένη από το Θεό. Είχαμε δει όλες τις τραγωδίες δωρεάν...

Κατά τη διάρκεια που μέναμε στου Μακρυγιάννη είχα γνωρίσει πολλές κοπέλες. Αλλά με έρωτα πλατωνικό και αγνό. Τις θυμάμαι όλες, ας είναι καλά. Καλλιόπη, Φραντζέσκα, Νίκη, Βάσω, Κάλλη, Αλέκα... Είχα ένα τραβηχτικό και λέγειν για τις κοπέλες. Ήμουν νεαρός...

Σε κάποιο πάρτυ που έκανε η Ζανέτα της κας Φρόσως, και με συνοικέσιο της κας Φρόσως, γνώρισα τον άνθρωπο που έμελλε να γίνει σύντροφος της ζωής μου.

 

Ο Αντρέας Νικ. Καράμπελας γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Μεγάλωσε στη Γούβα (Άγιος Αρτέμιος). Σπούδασε Φυσικός στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Από το 1990 κατοικεί στο Λαγονήσι. Δούλεψε παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα για 20 χρόνια, έδωσε ΑΣΕΠ και τώρα διδάσκει στο Λύκειο Αναβύσσου. Έχει μία κόρη. Έχει εκδόσει το βιβλίο-λεύκωμα «Το Λαγονήσι που αγαπήσαμε» και το διήγημα «Κυριακής χαρά» που έλαβε 3η θέση σε Πανελλήνιο διαγωνισμό και εξεδόθη στη συλλογή βραβευθέντων.

 

DSC01640